3/2/11

''Ο Άγιος Νεκτάριος Πενταπόλεως ο εν Αιγίνη'' - Ο προστάτης Άγιος της Ενορίας μας

Επιμέλεια: π. Ευάγγελος Φεγγούλης


Ένας από τους μεγαλύτερους Αγίους της Ορθοδόξου εκκλησίας είναι αναμφισβήτητα ο Άγιος Νεκτάριος Επίσκοπος Πενταπόλεως ο εν Αιγίνη. Γεννήθηκε στη Σηλυβρία της ανατολικής Θράκης το 1846 και κοιμήθηκε το βράδυ της 8ης Νοεμβρίου του 1920 σε ηλικία 74 ετών.
Ήταν το πέμπτο από τα επτά παιδιά της οικογένειάς του και το κατά κόσμον όνομά του ήταν Αναστάσιος Κεφαλάς. Η οικογένεια του ήταν πτωχή σε υλικό πλούτο αλλά πλούσια σε αρετές χριστιανικές και γι' αυτό η αγωγή του νεαρού Αναστάσιου ήταν πολύτιμο εφόδιο μέσα στη ζωή του. Από μικρός έδειχνε την ιερατική του κλίση για προσευχή. Είχε συγχρόνως μεγάλη έφεση στα γράμματα και σαν μέλισσα συνέλεγε τόσο από τους φορείς της εγκυκλοπαιδικής γνώσεως, όσο και από τα συγγράμματα των πατέρων της εκκλησίας το νέκταρ της σοφίας και της ψυχοπνευματικής αναβαθμίσεως. Aποτέλεσε λοιπόν λαμπρή προσωπικότητα και γι' αυτό παρά τις οικονομικές δυσχέρειες που σε όλη του τη ζωή τον ακολουθούσαν, πάντοτε διακρινόταν στους πνευματικούς κύκλους.
Σε ηλικία 14 ετών πηγαίνει στην Κωνσταντινούπολη, όπου εργάζεται σκληρά και συγχρόνως παρακολουθεί με διάκριση το σχολείο. Στα 20 περίπου χρόνια του διορίστηκε παιδονόμος στο εκεί σχολείο του Μετόχιου Πανάγιου Τάφου. Όταν έγινε 22 ετών, υπηρέτησε διδάσκαλος στο Λίθι της Χίου. Όλοι τον αγαπούσαν για την πραότητα και το ζήλο του να αναδείξει τους μαθητές του χρήσιμους πολίτες. Zούσε ήδη με άσκηση, προσευχή και νηστεία και μετά από 7 χρόνια έγινε δόκιμος μοναχός στη "Νέα Μονή" της Χίου. Ως μοναχός ονομάστηκε Λάζαρος, ενώ αργότερα (15/1/1877) που χειροτονήθηκε ιεροδιάκονος, μετονομάστηκε σε Νεκτάριο. Ήδη από τότε πολλοί τον θεωρούσαν Άγιο για την πνευματικότητά του.
 Γνωρίζεται με τον Πατριάρχη Αλεξάνδρειας Σωφρόνιο, σπουδάζει Θεολογία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών  (1882-1885), χειροτονείται πρεσβύτερος (23/3/1886) και μετά τη λαμπρή ποιμαντική και διοικητική δραστηριότητα, τα φιλανθρωπικά έργα, την καθοριστική συμβολή στον εξωραϊσμό του ιερού Πατριαρχικού ναού του Αγίου Νικολάου Καΐρου και τα λοιπά κοινωφελή έργα του - ο Πατριάρχης Σωφρόνιος τον χειροτονεί Αρχιερέα υπό τον τίτλο του Μητροπολίτου της παλαιά τότε Μητροπόλεως Πενταπόλεως (15/1/1889). Δυστυχώς όμως παρά τη σπουδαιότατη συμβολή του στην εκκλησία της Αλεξάνδρειας, την ένθερμη αγάπη του λαού στο πρόσωπο του και το θαυμασμό που προκαλούσε για την αυταπάρνηση του στον Πατριάρχη Σωφρόνιο και τους λοιπούς πνευματικούς ανθρώπους, έπεσε σύντομα θύμα συκοφαντίας από ραδιουργούς συναδέλφους του οι οποίοι έπεισαν τον Πατριάρχη ότι ο Άγιος Νεκτάριος εποφθαλμιούσε τον Πατριαρχικό θρόνο της Αλεξάνδρειας. Έτσι ο Άγιος διατάχτηκε να εγκαταλείψει την Αλεξάνδρεια.
Παρά τη θλίψη του για τις συκοφαντίες και την εξορία του, παρά την οικονομική εξαχρείωση που συνάντησε τα μετέπειτα χρόνια, τις προσβολές και την περιφρόνηση κατά τον ερχομό του στην Ελλάδα και την εγκατάλειψη του από ανθρώπινη παρηγοριά, ο Άγιος αντιμετώπισε τους πειρασμούς με υπομονή, πίστη και δοξολογία προς το Θεό, ανεξικακία και πραότητα προς τους ανθρώπους.
Γίνεται απλός ιεροκήρυκας στους Νομούς Ευβοίας Φθιώτιδας και Φωκίδος, όπου κατέκτησε το ποίμνιό του. Το 1894 γίνεται Διευθυντής στη Ριζάρειο Εκκλησιαστική Σχολή Αθηνών, την οποία διακόνησε αρίστως έως το 1908. Οι μαθητές του και ο λοιπός κόσμος τον σέβεται πλέον ως Άγιο. Το ίδιο και οι Πατέρες του Αγίου  Όρους μετά την εκεί επίσκεψη του το 1898. Το 1908 έρχεται στην ιερά Μονή της Αγίας Τριάδος στην Αίγινα - την οποία ίδρυσε ο ίδιος το 1904 - ως πνευματικός πατέρας των εκεί μοναζουσών. Διακονεί την αδελφότητα με οσιακή αφοσίωση και άκρα ταπείνωση και τη διδάσκει με μοναδικό τρόπο την αγγελική πολιτεία. Συνηθίζει να συμβουλεύει τις αδελφές και τον κόσμο "Παιδί μου να μην απελπίζεσαι! Στις μπόρες της ζωής σου να λες Κύριος στερέωμα μου και καταφυγή μου και ρύστης μου".
Μεγάλο υπήρξε επίσης και το συγγραφικό του έργο, το οποίο ξεκίνησε από τη νεαρά του ηλικία. Έγραψε σπουδαιότατες θεολογικές μελέτες, δογματικά, ηθικά, κατηχητικά, διδακτικά και ποιητικά έργα. Μόνο για την Παναγία αφιέρωσε 5000 στίχους στην ποιητική του συλλογή "Θεοτοκάριον".
Κοιμήθηκε στο Αρεταίειον Νοσοκομείο Αθηνών βαριά ασθενής ως άπορος, αλλά με γαλήνια συνείδηση και πλούτο θείων χαρισμάτων. Αμέσως φάνηκαν τα σημεία της Αγιότητος του, αφού το δωμάτιο ευωδίασε και άρχισε το ιερό του σκήνωμα να μυροβλύζει και να θαυματουργεί. Το ιερό του σκήνωμα έμεινε επίσης άφθαρτο για 30 χρόνια. Αργότερα διαλύθηκε, κατά παραχώρηση του θεού, μετά από παράκληση του ίδιου του Αγίου για να δοθούν τεμάχια σε όλο τον κόσμο, επειδή και εν ζωή εξάλλου η αγκαλιά του πάντοτε ήταν τοσο πλατιά, που όντως χωρούσε όλο τον κόσμο.
Στις 20 Απριλίου του 1961 έγινε η επίσημη Αγιοποίηση του, αφού ούτως ή άλλως ο λαός τον τιμούσε ήδη ως μεγάλο Άγιο. Συνεχώς θαυματουργεί, θεραπεύει και διακονεί ποικιλοτρόπως τη στρατευόμενη Εκκλησία. Ιδιαίτερα συμπαρίσταται στους καρκινοπαθείς και στους οχλούμενους υπό πνευμάτων ακαθάρτων. Χτίζονται αναρίθμητοι ναοί και βαπτίζονται συνεχώς παιδιά στο όνομά του. Η μνήμη του τέλος τιμάται την 3η Σεπτεμβρίου (ανάμνηση ανακομιδής των Αγίων Λειψάνων του) και ιδιαιτέρως την 9η Νοεμβρίου (ανάμνηση της κοιμήσεώς του). Τα ιερά του λείψανα βρίσκονται στην