
«Ο Θεός δεν επιτρέπει, έλεγε ο Μέγας Αντώνιος, μεγάλους πειρασμούς στους σημερινούς ανθρώπους, γιατί είναι ασθενέστεροι από τους παλαιότερους και δεν κάνουν υπομονή.»
Ένας από τους μεγάλους της ερήμου αγωνιστές έβαλε όρο στον εαυτό του σαράντα μέρες να μη πιει νερό. Δεν αρκούσε μόνο αυτό. Όταν στο διάστημα εκείνο έκανε ζέστη αφόρητη κι η δίψα του φλόγιζε τα σπλάχνα, έπλενε το ποτήρι του, το γέμιζε ως επάνω κρυστάλλινο νερό απ’ την πηγή και τ’ άφηνε απέναντί του.
-Γιατί να το κάνεις αυτό; τον ρώτησε κάποιος γείτονάς του ερημίτης.
-Για να εξασκηθώ στην υπομονή, απάντησε ο γενναίος αθλητής.
Την πρώτη νύχτα, που εγκαταστάθηκε στη νέα του διαμονή, αναστατώθηκε κυριολεκτικά από ένα ασυνήθιστο θόρυβο στη στέγη της καλύβας. Χαλούσε ο κόσμος από τα χτυπήματα. Ανήσυχος βγήκε να δει τι συνέβαινε. Μπροστά του στεκόταν ένα απαίσιο υποκείμενο. Φορούσε παλιά χιλιομπαλωμένη στρατιωτική στολή και κρατούσε στα χέρια του ένα πελώριο τσεκούρι. Μ’ αυτό φαίνεται θα προξενούσε όλη αυτή τη φασαρία.
-Ποιος είσαι του λόγου σου που δεν μ’ αφήνεις να ησυχάσω τέτοια ώρα; ρώτησε ο Αββάς.
-Δε με γνώρισες ακόμη; είπε εκείνος μ’ ένα αποκρουστικό γέλιο που έφερνε ανατριχίλα. Εγώ σ’ έδιωξα από τη πρώτη σου κατοικία. Και να ‘μαι πάλι πρώτος και καλύτερος να σε βγάλω από εδώ.
-Αλίμονο μου, συλλογίστηκε ο Αββάς Ναθαναήλ, έγινα περίγελος του σατανά.
Το άλλο πρωί χωρίς αναβολή γύρισε στη σπηλιά που είχε αφήσει. Έμεινε πια εκεί ως το τέλος της ζωής του, υποφέροντας με υπομονή, όχι μόνο την αγριότητα του τόπου, αλλά και τις καθημερινές επιθέσεις του εχθρού.
ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ
π. ΕΥΑΓΓΕΛΟΣ ΦΕΓΓΟΥΛΗΣ
ΘΕΟΛΟΓΟΣ